Ο «ΑΡΧΑΙΟΓΕΝΗC ΛΑΜΠΡΟΤΑΤΟC ΟΙΚΟC ΤΩΝ ΑΝΘΗΤΩΝ» S OI CΧΕCEIC ΤΟV ΜΕ ΤΟ «RΑCΙΛΙΚΟ ΤΑΓΜΑ ΤΟV ΘΕΟΦVΛΑΚΤΟV ΟΨΙΚΙΟV»SΤΟΝ «ΛΑΜΠΡΟΤΑΤΟ ΑVΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΔVΝΑCΤΙΚΟ ΟΙΚΟ ΤΩΝ ΙCΑVΡΩΝ»
ΟΛαμπρότατος (= Αναστασιμότατος, δηλ. Συγκλητικής καταγωγής) Οίκος των Ανθήτων εμφανίζεται εξακριβωμένα τον 8ο αι. επί Βασιλείας του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ε΄ (741-75), με περίοδο ακμής τα χρόνια 742/3 ? 765/6.
Στο βίο του Αγ. Στεφάνου του Νέου (PG/Ελληνική Πατρολογία τ. 100, στήλ. 1128), σώζεται ενδιαφέρουσα μνεία για τον ρόλο υψηλόβαθμου φιλοεικονομάχου αξιωματούχου του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Ε΄ ο οποίος ονομαζόταν Άνθης και έπαιξε σημαντικό ρόλο στο περιβάλλον του Αυτοκράτορος.
Διοικώντας την Μικρασιατική Κίζικο κατέστειλε το κίνημα του Αρταβάσδου το 742/3, γεγονός για το οποίο προβλήθηκε στην δια Βραβείου (= ισόβια με διάσημα απονεμόμενη) Αξία (= Τίτλο) του «Πατρικίου».
Στην Αξία αυτή προβάλλονταν αποκλειστικώς όσοι διακρίνονταν από τους εκ καταγωγής Λαμπρότατους που κατάγονταν από τα 50 ιδρυτικά, Ελληνικής καταγωγής Αρχαιογενή Γένη της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, τα οποία δια ρωμαϊκού νόμου απαγορευόταν να επιμιχθούν με Λατινικά ή/και Ιταλικά φύλα και τα οποία, αφού εκχριστιανίσθηκαν, ακολούθησαν τον Θεοδήγητο και Θεόστεπτο Ισαπόστολο Αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο στη Νέα Ρώμη/Ανθούσα/Κωνσταντινούπολη το 324, όταν ίδρυσε τη «Φιλόχριστο των Ρωμαίων Πολιτεία (= Αυτοκρατορία της Ρωμανίας/Βυζαντινή Αυτοκρατορία)», προκειμένου αυτή να αποτελέσει (δια των Τάξεων Ευγενείας και Αριστοκρατίας της) αντανάκλαση και επίγειο σκέλος του Ουρανίου Βασιλείου.
Η πυραμίδα των διαφόρων Τάξεων Ευγενείας της «Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας» στεφόταν από την Αριστοκρατία που την αποτελούσαν οι τρείς Συγκλητικές Τάξεις, μεταξύ των μελών των οποίων εκλεγόταν ο εκάστοτε Αυτοκράτωρ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την Δια Βραβείου Αξία των Πατρικίων θέσπισε ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος, ενώ σύμφωνα με το τυπικό προβλήσεως Πατρικίων που περιλαμβάνεται στην «Έκθεση περί της Βασιλείου Τάξεως» του Αυτοκράτορος και Εκκλησιαστικού Πατέρος Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογεννήτου, οι Πατρίκιοι αποτελούσαν τύπο των Αποστόλων της Αυτού Αγαθότητος του Βασιλέως των Βασιλέων Κυρίου και Σωτήριος ημών Ιησού Χριστού και έφεραν την Λαμπροτάτη (= Αναστασιμότατη/απαστράπτουσα κατάλευκη) τήβεννο εις τύπον των σαβάνων της Αυτού Αγαθότητος του Βασιλέως των Βασιλέων, καθώς και το Βραβείο (= διάσημό) τους που ήταν χρυσοί λώροι οι οποίοι συμβόλιζαν τις ακτίνες του Αναστάντος «Ηλίου της Δικαιοσύνης» που απηύγαζε ο Πανάγιος Τάφος «ηλιοβάλλοντας» (= διαπερνώντας όπως οι ηλιακές ακτίνες) τους Αποστόλους και εν προκειμένω τους Λαμπροτάτους Πατρικίους που αποτελούσαν τύπο τους.
Ο Κυρ Άνθης το 765 προβλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε΄ στην διά Λόγου Αξία (= ενεργό αξίωμα) του «Κόμητος του Οψικίου»[1], το οποίο αποτελούσε ένα από τα Βασιλικά Τάγματα της Ανακτορικής Φρουράς.
Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο Βυζαντινός στρατός αποτελείτο από 2 επί μέρους σχηματισμούς: α) από τον Θεματικό Στρατό στον οποίο υπηρετούσαν τα λαϊκά στρώματα και οι μισθοφόροι και β) από τα επίλεκτα Τάγματα του Βασιλικού ή Ταγματικού Στρατού, που αποτελούσαν τις «ειδικές δυνάμεις» εκείνης της εποχής και στα οποία υπηρετούσαν γόνοι Λαμπροτάτων Οίκων.
Τα Βασιλικά αυτά Τάγματα συναποτελούσαν την Ανακτορική Φρουρά.
Σύμφωνα με την «Έκθεση περί της Βασιλείου Τάξεως» του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογεννήτου το «Βασιλικό Τάγμα του Θεοφυλάκτου Οψικίου» (όπως ήταν η ακριβής επωνυμία του σύμφωνα με σιγιλιογραφικά κείμενα εκείνης της εποχής), είχε ως αποστολή να προπορεύεται «έμπροσθεν το βασιλέως επί ευταξίαι και τιμήι», δηλ. τόσο για να επιβάλλει την τάξη προκειμένου ο Βασιλεύς να πορεύεται απρόσκοπτα και με ασφάλεια, όσο και για να συνοδεύει τον Βασιλέα ως τιμητικό άγημα.
Επιπλέον, στη Βασιλεύουσα, ολόκληρος ο στρατώνας όπου στρατοπέδευαν τα διάφορα Βασιλικά Τάγματα της Ανακτορικής Φρουράς ήταν υπό την ευθύνη του «Βασιλικού Τάγματος του Θεοφυλάκτου Οψικίου» και ονομαζόταν «Οψίκιον».
Επίσης το «Βασιλικό Τάγμα του Θεοφυλάκτου Οψικίου» σε περίπτωση εκστρατείας παρέμενε στη Βασιλεύουσα για την προστασία του διαδόχου και του θρόνου.
Ο επικεφαλής/διοικητής του Βασιλικού αυτού Τάγματος έφερε την Δια Λόγου Αξία του «Κόμητος του Θεοφυλάκτου Οψικίου», στα καθήκοντα του οποίου περιλαμβάνονταν ο στρατωνισμός και η επιμελητεία όλων των Βασιλικών Ταγμάτων της Ανακτορικής Φρουράς.
Από το 628 το «Βασιλικό Τάγμα του Θεοφυλάκτου Οψικίου» εντάχθηκε στις μονάδες γενικής εφεδρείας του Βασιλικού Στρατού μετασταθμεύοντας στην επαρχία της Βιθυνίας, η διοίκηση της οποίας, ανατέθηκε στον διοικητή του μόνου στρατιωτικού σχηματισμού που στάθμευε στην περιοχή, δηλ. στον «Κόμητα του Θεοφυλάκτου Οψικίου».
Στην Αξία αυτή, ως προελέχθη, προβλήθηκε ο Κυρ Άνθης.
Άλλες αναφορές για τον Κυρ Άνθη περιέχονται στην μελέτη της Μαρίας Λεοντσίνη με θέμα «Άνθης, πατρίκιος, κόμης του Οψικίου και εκ προσώπου του Κων/νου Ε΄. μέσα 8ου αι.» που δημοσιεύθηκε στα Βυζαντινά Σύμμικτα, τ. 10, 1996, σ. 37-43), καθώς και στο «Εγκυκλοπαιδικό Προσωπογραφικό Λεξικό Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού», τ. 2, σ. 201.
Επίσης κατά τα έτη 756-760, όταν ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Ε΄ απουσίαζε σε εκστρατεία κατά των Βουλγάρων, προέβαλε τον Κυρ Άνθη στη Δια Λόγου Αξία (= ενεργό αξίωμα) του «Εκ Προσώπου» του, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να σημαίνει ότι καταγόταν από τον ίδιο Αρχαιογενή Λαμπρότατο Οίκο από τον οποίο καταγόταν και ο Αυτοκράτωρ, δηλ. από τον Οίκο των Ισαύρων.
Επομένως, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο Οίκος των Ανθήτων, αν δεν προϋπήρχε του Οίκου των Ισαύρων, οπωσδήποτε αποτέλεσε στη συνέχεια όχι απλώς κλάδο του, αλλά αυτοτελή Λαμπρότατο Οίκο.
Αξίζει όμως να λάβουμε υπόψη μας και τα ακόλουθα στοιχεία:
Ο εικονομάχος Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Ε΄, ο επικληθείς από τους εικονολάτρες αντιπάλους του «Κοπρώνυμος», ήταν υιός του επίσης εικονομάχου Αυτοκράτορος Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου, ο οποίος πριν χρισθεί Αυτοκράτωρ, ονομαζόταν Κόνων και προβλήθηκε διαδοχικώς από τους Αυτοκράτορες Αναστάσιο και Αρτέμιο στη Δια Λόγου Αξία του «Στρατηγού και Δουκός του Θέματος των Ανατολικών», δηλ. ήταν ο υπ? αριθ. 4 στην ιεραρχία των κορυφαίων αξιωματούχων της Βυζαντίου Αυλής.
Επίσης επί Αυτοκράτορος Ιουστινιανού του Ρινοτμήτου (705-711) ο Κυρ Κόνων/Λέων Γ΄ υπηρετούσε στην Αυλή του Ιερού Παλατίου, στο Βασιλικό Τάγμα των «Σπαθαρίων (μετέπειτα Σπαθαροκανδιδάτων)», που ανήκε στα επίλεκτα Τάγματα της Ανακτορικής Φρουράς, στα οποία υπηρετούσαν γόνοι Λαμπροτάτων Οίκων.
Επί του άνω σολίδου εικονίζονται αρ. ο Αυτοκράτωρ Λέων Γ΄ (πρώην Κόνων) ο Ίσαυρος και δεξ. ο υιός του Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Ε΄.
Αυτό σημαίνει ότι: α) ο Κυρ Κόνων, κατόπιν μετονομασθείς Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος, ακριβώς επειδή υπηρετούσε στο επίλεκτο «Βασιλικό Τάγμα των Σπαθαρίων» της Ανακτορικής Φρουράς, δεν μπορούσε παρά να ήταν εκ καταγωγής Λαμπρότατος, β) σύμφωνα με το «Κλητωρολόγιον» που διέσωσε ο μοναχός Φιλόθεος, ο Κυρ Κόνων/Λέων Γ΄ ήταν, συνεπείαι της Δια Λόγου Αξίας του (Στρατηγός και Δουξ των Ανατολικών) και ex officio Συγκλητικός «Από Σπαθίου» (δηλ. λόγωι της στρατιωτικής Αξίας/Τίτλου στην οποία είχε προβληθεί) και γ) λόγωι της Συγκλητικής του Αξίας και καταγωγής, αποδεικνύεται ότι ήταν Έλληνας στην καταγωγή, υπόθεση η οποία ενισχύεται και από την πρόβληση σε Πατρικιότητα του πιθανολογουμένου απογόνου του, Κυρού Άνθητος, ο οποίος προβλήθηκε από τον υιό του Αυτοκράτορος Κόνωνος/Λέοντος Γ΄, Αυτοκράτορα Κων/νο τον Ε΄ στην Δια Λόγου Αξία του «Εκ Προσώπου» του.
Όμως τον Αυτοκράτορα, σε περιπτώσεις απουσίας, προσωρινής ανικανότητας (π.χ. για λόγους υγείας κλπ), μη εκλογής, ή ανηλικότητος, τον εκπροσωπούσε ο «Βασιλικός Επίτροπος», δηλ. ο Αντιβασιλεύς, που ήταν ex officio ο εκάστοτε «Μάγιστρος των Θείων Βασιλικών Οφφικίων των Τάξεων του Ιερού Παλατίου», δηλ. ο – μεταξύ άλλων ? επικεφαλής της Ανακτορικής Εθιμοτυπίας.
Στην Αξία δε του Μαγίστρου προβαλλόταν ο εκάστοτε εκλεγείς ως «Πανυπερσέβαστος», δηλ. ο πρώτος τηι τάξει Συγκλητικός, ο οποίος ήταν και ο «Πρωτόβαθρος», δηλ. ο επικεφαλής της «Γερουσίας Λογάδος του Λαμπροτάτου Τάγματος της Ενδοξοτάτης, Βασιλικής, Ιεράς, Συγκλήτου Βουλής της Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας», σύμφωνα με το «Κλητωρολόγιον» της Παλαιολογειου Αυλής που συνέγραψε τον 14ο αι. ο Κυρ Γεώργιος, «Σοφότατος Κουροπαλάτης», ο Κωδινός.
Την εποχή στην οποία αναφερόμαστε, ήδη η Αξία του Μαγίστρου είχε τριχοτομηθεί και επικεφαλής των Θείων Βασιλικών Οφφικίων των Τάξεων του Ιερού Παλατίου – και κατ? επέκταση της Ανακτορικής Εθιμοτυπίας – ήταν πλέον ο «Κουροπαλάτης».
Παρεμπιπτόντως το 742/43 «Κουροπαλάτης» της «Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας (= Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας = Βυζαντινής Αυτοκρατορίας)», ήταν ο στασιαστής Κυρ Αρτάβασδος ή Αρταβάσδης ή Αρτάβαζος, το κίνημα του οποίου κατέστειλε στην Κίζικο ο Κυρ Άνθης.
Ο Κυρ Αρτάβασδος ως «Δουξ των Αρμενειακών» της «Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας», συνέργησε στην άνοδο στον θρόνο του Αυτοκράτορος Λέοντος Γ΄ ο οποίος για να του το ανταποδώσει τον νύμφευσε με την θυγατέρα του Πριγκίπισσα Άννα (αδελφή του υιού του και μετέπειτα Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Ε΄) και τον βοήθησε να προβληθεί στην Αξία του «Κουροπαλάτου».
Επομένως άλλη η Αξία του «Βασιλικού Επιτρόπου», η οποία αναλογεί στον Αντιβασιλέα της «Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας» και εντελώς διαφορετική η Αξία του «Εκ Προσώπου» η οποία παραπέμπει σε εκπρόσωπο Λαμπροτάτου Οίκου στον «Κομβέντο», δηλ. στη Συνέλευση του Τάγματος της «Ιεράς Συγκλήτου».
Συμπερασματικώς ο Κυρ Άνθης ως «Εκ Προσώπου» του Κωνσταντίνου του Ε΄, θα μπορούσε να εκπροσωπεί τόσο τον Λαμπρότατο, Αυτοκρατορικό και Δυναστικό Οίκο καταγωγής του Αυτοκράτορος, δηλ. των Ισαύρων, όσο και τον Αρχηγέτη του εν λόγωι Οίκου, το πρόσωπο του οποίου, εκείνη την εποχή, θα μπορούσε κάλλιστα να ταυτίζεται ? τιμής ένεκεν – με εκείνο του ιδίου του Αυτοκράτορος, Κωνσταντίνου του Ε΄?
Αυτού του είδους όμως η εκπροσώπηση, συμφώνως προς την Βυζαντινή Εθιμοτυπία εκείνης της εποχής, προϋποθέτει συγγένεια με τον εκπροσωπούμενο και επομένως δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο συγγενείας του Λαμπροτάτου Οίκου των Ανθήτων με τον Λαμπρότατο Οίκο των Ισαύρων?
Αν λάβουμε όμως υπόψη μας και το γεγονός ότι το επίθετο «Ίσαυρος» αποτελεί τοπωνύμιο, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε την υπόθεση ότι πρόκειται για έναν και τον αυτό Οίκο που δεν είναι άλλος από τον «Αρχαιογενή Λαμπρότατο Οίκο των Ανθήτων»[2] από τον οποίο θα μπορούσαν ίσως να έλκουν την καταγωγή τους οι Ίσαυροι?
Αν μάλιστα το όνομα του Οίκου των Ανθήτων είναι και αυτό τοπωνυμικού χαρακτήρος, τότε δεν αποκλείεται να έλκει την καταγωγή του από την επίσημη ιδρυτική ονομασία της Βασιλεύουσας/Κωνσταντινουπόλεως που ήταν «Ανθούσα», υποδηλώνοντας ίσως ότι ο Οίκος ήταν παρών κατά την τελετή των εγκαινίων της.
Η υπόθεση αυτή ενισχύεται ? και για τους λόγους που ήδη προεκτέθηκαν – από το γεγονός ότι ο Οίκος των Ανθήτων ήταν Αρχαιογενής, δηλ. συμπεριλαμβανόταν μεταξύ εκείνων των εκχριστιανισθέντων, Ελληνικής καταγωγής, Συγκλητικών Οίκων της Αρχαίας Ρώμης, που ακολούθησαν τον Μέγα Κωνσταντίνο στη νέα πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας?
Έρρωσθε!
Εν έτει ,ζφ΄ιη΄ από κτίσεως κόσμου, μηνί Μαρτίωι ιβ΄
Χαρίλαος, Πανυπερσέβαστος του Τάγματος της Ιεράς Συγκλήτου, Μάγιστρος των Θείων Βασιλικών Οφφικίων των Τάξεων του Ιερού Παλατίου, Αρχηγέτης του Θεοφυλάκτου Αρχαιογενούς Λαμπροτάτου Οίκου των Μεταξά, Πάτρων του Τάγματος των Βουκελαρίων και Δικηγόρος, Μεταξάς, υιός Αθανασίου ο Ιατρίδης.
Copyright © 2011 για όλο τον κόσ?ο: Χαρίλαος Α. Ιατρίδης. Το κείμενο, τα στοιχεία και οι εικόνες, (περιλαμβάνονται και τα λογότυπα, τα σήματα, τα σύμβολα, τα εμβλήματα, τα διαγράμματα, τα σχήματα κλπ) που παρατίθενται προορίζονται αποκλειστικά για ιδιωτική χρήση των Μελών της «Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας» και απαγορεύεται αυστηρώς η ?ε οποιοδήποτε τρόπο αντιγραφή, αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, μετάδοση, ανα?ετάδοση, ?ετάφραση ανατύπωση ?ε οποιονδήποτε τρόπο και μέσο (μηχανικό, έντυπο, ηλεκτρονικό, τηλεοπτικό, φωτοτυπικό, ηχογραφήσεως, οπτικοακουστικό κλπ) του συνόλου ή/και ?έρους του παρόντος κειμένου, ή/και των στοιχείων του, ή/και και των εικόνων του, έστω και περιληπτικά, ή/και κατά παράφραση ή/και κατά διασκευή, ή/και κατά τροποποίηση ή/και κατά αλλοίωση, ή/και κατ? αποκοπή χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη (Ν. 2121/93, άρθ. 51). Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για Δη?όσιες Υπηρεσίες, Βιβλιοθήκες, Πανεπιστήμια, Οργανισμούς, Ερευνητικά Κέντρα (άρθ. 18). και εν γένει για οποιουδήποτε είδους φορείς, δημόσιους ή ιδιωτικούς, της Ελλάδας και του εξωτερικού κ.τ.λ. Οι παραβάτες διώκονται (άρθ. 13) και επιβάλλονται κατά τον νό?ο κατάσχεση, αστικές και ποινικές κυρώσεις (άρθ. 64-66).
[1] Ειδικότερα η Αξία του «Κόμητος του Οψικίου» ήταν η υπ? αριθ. 8 στην ιεραρχία των κορυφαίων αξιωματούχων της Βυζαντίου Αυλής, σύμφωνα με το «Κλητωρολόγιον», δηλ. τον επίσημο ιεραρχικό κατάλογο των Τάξεων Ευγενείας και Αριστοκρατίας της Βυζαντινής Εθιμοτυπίας που διέσωσε ο μοναχός Φιλόθεος.
[2] Παρόλο που το όνομα με το οποίο προσδιορίζουμε τον «Αρχαιογενή Λαμπρότατο Οίκο των Ανθήτων» είναι – ελλείψει πλειόνων στοιχείων – πιθανολογούμενο, εντούτοις επιλέξαμε να το χρησιμοποιούμε κατ? οικονομίαν και χάριν συζητήσεως, ως το πλέον δόκιμο και εναρμονιζόμενο με τα αναφερόμενα γενεαλογικά στοιχεία, εφαρμόζοντας αναλογικώς την τότε ισχύουσα πρακτική της Βυζαντινής Εθιμοτυπίας.